Τι σημαίνει το sobre στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης sobre στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sobre στο ισπανικά.
Η λέξη sobre στο ισπανικά σημαίνει περισσεύω, μένω, παράγων ανωμαλίας, αυτός που δεν ανήκει στο σύνολο, δεν είμαι ευπρόσδεκτος, είμαι ανεπιθύμητος, πάω χαμένος, μένω με κτ, απομένω, μένω, φάκελος, φάκελος, clutch, κλατς, πάνω από, επάνω από, απάνω από, πάνω, επάνω, αναφορικά με κτ, σχετικά με κτ, σε, πάνω από, σε, κάθετα σε, πάνω από, σε, συν, -, πορτοφόλι, πορτοφολάκι, σε, σχετικά με, σχετικά με, σε σχέση με, πάνω από, με, για, όσον αφορά, σχετικά με, σε ό,τι αφορά, αναφορικά με, σχετικά με, πάνω από, τσάντα, πάνω σε, γύρω, κατά, κοντά, πάνω σε, αφορώ, σε, σε, διά, με, σχετικά, περίπου, γύρω, πάνω κάτω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης sobre
περισσεύω, μένωverbo intransitivo (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Después de la fiesta, sólo sobraba una botella de vino. Μετά το πάρτι περίσσεψε (or: έμεινε) μόνο ένα μπουκάλι κρασί. |
παράγων ανωμαλίας, αυτός που δεν ανήκει στο σύνολοverbo intransitivo (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Si sobro os espero fuera. |
δεν είμαι ευπρόσδεκτος, είμαι ανεπιθύμητοςverbo intransitivo (ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.) Aquí sobran los comentarios racistas y sexistas. |
πάω χαμένοςverbo intransitivo (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Si esa botella de leche sobra, me la llevo. |
μένω με κτ(εγώ ο ίδιος) El abrigo costó treinta y cinco dólares y los zapatos veinte, por tanto solo nos sobran cinco dólares. Το παλτό έκανε τριάντα πέντε δολάρια και τα παπούτσια είκοσι κι έτσι μας απέμειναν μόνο πέντε δολάρια. |
απομένω, μένω
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Quedan tres porciones de pizza. Απέμειναν (or: έμειναν) τρία κομμάτια πίτσα. |
φάκελοςnombre masculino (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Harry puso la carta en un sobre. Ο Χάρυ έβαλε το γράμμα σε έναν φάκελο. |
φάκελος
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
clutch, κλατς(γυναικείο τσαντάκι) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Me compré un sobre con lentejuelas que va con mi vestido. |
πάνω από, επάνω από, απάνω από
Ella colgó un cuadro sobre la chimenea. Κρέμασε τη φωτογραφία πάνω από το τζάκι. |
πάνω, επάνωpreposición (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Se aupó sobre la silla para alcanzar los estantes superiores. Πάτησε πάνω στην καρέκλα για να φτάσει τα ψηλά ράφια. |
αναφορικά με κτ, σχετικά με κτ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Tenemos que hablar sobre el horario de la próxima semana. Πρέπει να συζητήσουμε αναφορικά (or: σχετικά) με το πρόγραμμα την επόμενη βδομάδα. |
σε
Llevaba la bolsa sobre los hombros. Κουβαλούσε την τσάντα στον ώμο του. |
πάνω από
El ladrón saltó sobre la valla y se escapó. Ο κλέφτης πήδηξε πάνω από τον φράκτη και το έσκασε. |
σεpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) El pintor aplicó pigmento sobre el lienzo. Ο ζωγράφος άπλωσε το χρώμα στον καμβά. |
κάθετα σε
Pon las tablas sobre los ladrillos, así. Βάλε τις σανίδες έτσι, κάθετα στα τούβλα. |
πάνω απόpreposición |
σε
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Continuaremos sobre esa base. Θα συνεχίσουμε σε αυτήν τη βάση. |
συνpreposición (πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Sólo llegó a los 4 grados sobre cero hoy. |
-(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) ¡Deja de apoyarte sobre la pared! Σταμάτα να γέρνεις σ' αυτόν τον τοίχο. |
πορτοφόλι, πορτοφολάκι(cartera) (χρήματα) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Vera metió el broche en un sobre que llevaba colgado de su hombro. |
σεpreposición Túmbese sobre el vientre. |
σχετικά μεpreposición (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Estoy buscando un libro sobre orquídeas. |
σχετικά μεpreposición (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) ¿Qué piensas sobre el calentamiento global? |
σε σχέση μεpreposición (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Tenemos una gran ventaja sobre nuestros competidores. |
πάνω από(μεταφορικά) En mi trabajo no hay nadie sobre mí. |
με
No pude escucharla sobre la sirena. Δεν μπορώ να την ακούσω με αυτή τη σειρήνα. |
γιαpreposición Siempre discuten sobre quién tiene que conducir. Πάντα μαλώνουν σχετικά με το ποιος θα οδηγήσει. |
όσον αφορά, σχετικά με, σε ό,τι αφορά, αναφορικά με
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Sobre tu punto anterior, creo que estamos de acuerdo. |
σχετικά μεpreposición (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) La presentación es sobre la Revolución Francesa y sus consecuencias para la sociedad. |
πάνω από
No podía oír mi teléfono sobre el ruido del restaurante. |
τσάντα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La mujer alcanzó su cartera para buscar un caramelo de menta. |
πάνω σε
Anna subió por la escalera para estar en el techo. Η Άννα σκαρφάλωσε σε μια σκάλα για να ανέβει στη σκεπή. |
γύρω, κατά, κοντά(καθομιλουμένη) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) El accidente ocurrió aproximadamente a las diez. Το ατύχημα συνέβη περίπου στις δέκα η ώρα. |
πάνω σε
Tu libro está en la mesa. Το βιβλίο σου είναι στο τραπέζι. |
αφορώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Fui a la biblioteca a buscar un libro de insectos. Πήγα στη βιβλιοθήκη να βρω ένα βιβλίο για τα έντομα. |
σε
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) La foto está en la pared. Ο πίνακας είναι στον τοίχο. |
σε
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Ellos compraron una casa en un lago. Αγόρασαν ένα σπίτι δίπλα στη λίμνη. |
διά(matemáticas) Doce entre cuatro son tres. Δώδεκα διά (or: προς) τέσσερα ίσον τρία. |
με
(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.) Estoy hablando, de manera general, en cuanto a tus esfuerzos de esta semana. |
σχετικάpreposición (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Te diré lo que pienso sobre eso más tarde. |
περίπου, γύρω, πάνω κάτω(aproximadamente) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) La clase empieza a la una, ¿nos juntamos como a las menos cuarto? |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sobre στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του sobre
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.