Τι σημαίνει το stand by στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης stand by στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του stand by στο Αγγλικά.

Η λέξη stand by στο Αγγλικά σημαίνει είμαι σε επιφυλακή, είμαι σε ετοιμότητα, είμαι δίπλα σε κπ, στέκομαι στο πλευρό κάποιου, επιμένω σε κτ, αυτός που εμπιστεύομαι, το άτομο που εμπιστεύομαι, κατάσταση αναμονής, λειτουργία αναμονής, εφεδρικός, αναπληρωματικός, δοκιμασμένη συνταγή, σε λίστα αναμονής, εφεδρικός, αναμονής. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης stand by

είμαι σε επιφυλακή, είμαι σε ετοιμότητα

phrasal verb, intransitive (be ready and waiting)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
I'll be standing by to catch you if you fall.
Θα είμαι σε ετοιμότητα για να σε πιάσω αν πέσεις.

είμαι δίπλα σε κπ, στέκομαι στο πλευρό κάποιου

phrasal verb, transitive, inseparable (help or support) (μεταφορικά)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
The politician's wife stood by him when he was accused of misusing public funds.
Η σύζυγος του πολιτικού ήταν δίπλα του όταν κατηγορήθηκε για κατάχρηση δημόσιου χρήματος.

επιμένω σε κτ

phrasal verb, transitive, inseparable (figurative (remain firm about [sth] said)

I stand by my decision to sack Richard; it was the right thing to do.

αυτός που εμπιστεύομαι, το άτομο που εμπιστεύομαι

noun ([sth/sb] reliable)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Jenny called on Maria, her trusty standby, to accompany her on her perilous mission.
Η Τζένη τηλεφώνησε στην Μαρία, το άτομο που εμπιστευόταν, για να τη συνοδεύσει στην επικίνδυνη αποστολή της.

κατάσταση αναμονής, λειτουργία αναμονής

noun (electronic device: low power setting)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
After 20 minutes, the TV switched to standby.

εφεδρικός, αναπληρωματικός

noun ([sth/sb] available as replacement)

(ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.)
The office has a list of standbys, in case any of the regular teachers falls ill.
Το γραφείο έχει μια λίστα με αναπληρωτές, σε περίπτωση που κάποιος από τους μόνιμους δασκάλους αρρωστήσει.

δοκιμασμένη συνταγή

noun (informal (favorite, reliable choice) (μεταφορικά)

I had intended to try something new, but I found myself ordering my old standby, a gin and tonic.

σε λίστα αναμονής

adverb (on standby basis) (είμαι)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
We weren't sure when we would arrive because we were flying standby.

εφεδρικός

noun as adjective (substitute, for emergency use)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
The hospital used their standby generator until power was restored.

αναμονής

noun as adjective (traveling) (σε γενική)

(ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.)
Everyone on the standby list got a seat on the plane that day.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του stand by στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του stand by

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.