Τι σημαίνει το seleccionado στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης seleccionado στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του seleccionado στο ισπανικά.

Η λέξη seleccionado στο ισπανικά σημαίνει που έχω επιλέξει, που έχω διαλέξει, επιλεγείς, επιλεχθείς, κάνω μια επιλογή, επιλέγω, διαλέγω, διαλέγω, επιλέγω, επιλέγω, συμπεριλαμβάνω κάποιον στους επικρατέστερους, εξαλείφω, απομακρύνω, επιλέγω, διαλέγω, επιλέγω, επιλέγω, διαλέγω, επιλέγω, ξεχωρίζω κπ/κτ από κπ/κτ, επιλέγω, διαλέγω, επιλέγω κπ ως υποψήφιο για κτ, επιλέγω, διαλέγω, επιλέγω, διαλέγω, μαζεμένος με το χέρι, εκτός κατάταξης. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης seleccionado

που έχω επιλέξει, που έχω διαλέξει

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Las personas elegidas para ocupar los cargos deberán presentarse el próximo lunes en la oficina.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Οι γονείς του Τζακ αποδοκιμάζουν την καριέρα που έχει επιλέξει.

επιλεγείς, επιλεχθείς

(επίσημο, λόγιος)

(μετοχή αορίστου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. προσληφθείς, προσληφθείσα, προσληφθέν κλπ.)
El candidato, escogido cuidadosamente, será analizado con rigurosidad.
Οι προσεκτικά επιλεχθέντες υποψήφιοι θα υποβληθούν σε αυστηρή εξέταση.

κάνω μια επιλογή

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

επιλέγω, διαλέγω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El profesor seleccionó a Ken como su asistente de investigación.
Ο καθηγητής επέλεξε τον Κεν ως βοηθό ερευνητή.

διαλέγω, επιλέγω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El precio de oferta es para las masas surtidas; si quiere seleccionarlas, le salen más caras.

επιλέγω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Mark seleccionó el texto que quería copiar.
Ο Μαρκ επέλεξε το κείμενο που ήθελε να αντιγράψει.

συμπεριλαμβάνω κάποιον στους επικρατέστερους

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El autor se sorprendió cuando su primera novela fue seleccionada para el premio de literatura.

εξαλείφω, απομακρύνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

επιλέγω

verbo transitivo (πληροφορική)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Seleccione el texto haciendo doble clic sobre él.
Επιλέξτε το κείμενο κάνοντας διπλό κλικ επάνω του.

διαλέγω, επιλέγω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Confiamos en los testimonios seleccionados de distintas fuentes.
Βασιζόμαστε σε μαρτυρίες που επιλέχθηκαν από διάφορες πηγές.

επιλέγω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ha sido seleccionada seis veces para representar a Inglaterra y tan sólo tiene 19 años.
Την έχουν καλέσει 6 φορές στην εθνική Αγγλίας και είναι μόλις 19 ετών.

διαλέγω, επιλέγω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La señora Arnolds eligió las manzanas más jugosas del barril.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Η κ. Άρνολντς διάλεξε μέσα από το βαρέλι με τα μήλα, για να βρει τα πιο ζουμερά. Ακόμη δεν καταλαβαίνω γιατί διάλεξε εκείνον κι όχι εμένα.

ξεχωρίζω κπ/κτ από κπ/κτ

La prueba permite diferenciar los buenos de los malos.

επιλέγω, διαλέγω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El partido A elige contratar los servicios del partido B.

επιλέγω κπ ως υποψήφιο για κτ

(κατά λέξη)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El senador será elegido vicepresidente en pocos años.
Αυτός ο γερουσιαστής προορίζεται για αντιπρόεδρος σε μερικά χρόνια.

επιλέγω, διαλέγω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Entre el coche rojo y el azul, Rachel eligió el rojo.
Δοθείσης της επιλογής μεταξύ κόκκινου και μπλε αυτοκινήτου, η Ρέιτσελ επέλεξε το κόκκινο.

επιλέγω, διαλέγω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Seleccionó a tres de los chicos para que le ayudasen a descargar.

μαζεμένος με το χέρι

(για φρούτα, λαχανικά)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

εκτός κατάταξης

(τένις)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του seleccionado στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.