Τι σημαίνει το réserver στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης réserver στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του réserver στο Γαλλικά.

Η λέξη réserver στο Γαλλικά σημαίνει κάνω κράτηση, κρατάω, κρατώ, αφήνω, κλείνω, κρατάω, κρατώ, αναβάλλω, επιφυλάσσω, εγκαθίσταμαι, βάζω στην άκρη, παραγγέλνω εκ των προτέρων, ζητώ εκ των προτέρων, προορίζω κτ για συγκεκριμένο σκοπό, κάνω κράτηση, φυλάω, κρατάω, αναστέλλω, τσακώνω, γραπώνω, φυλάω την παρθενιά μου, κρατάω την παρθενιά μου, διατηρώ, εκ των προτέρων κράτηση, κράτηση εκ των προτέρων, κάνω διπλοκράτηση, κάνω κράτηση, κλείνω, επιφυλάσσω, προορίζω κτ για κπ/κτ, κλείνω ραντεβού, αφιερωμένος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης réserver

κάνω κράτηση

verbe transitif (σε/για κτ ή με γενική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Malcolm a réservé une chambre avec vue sur la mer pour son séjour.
Ο Μάλκολμ έχει κλείσει (or: κρατήσει) ένα δωμάτιο με θέα στη θάλασσα για τη διαμονή του.

κρατάω, κρατώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tina a réservé un siège pour son ami.
Η Τίνα κράτησε θέση για τον φίλο της.

αφήνω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Bill a classé son travail en tâches qu'il lui fallait faire tout de suite en en tâches qu'il pouvait réserver pour plus tard.
Ο Μπιλ χώρισε τη δουλειά του σε πράγματα που έπρεπε να κάνει αμέσως και σε πράγματα που μπορούσε να αφήσει για αργότερα.

κλείνω, κρατάω, κρατώ

verbe transitif (καθομιλουμένη)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nous allons réserver des billets pour le premier vol.
Θα κάνουμε κράτηση στην πρωινή πτήση.

αναβάλλω

verbe transitif (son jugement)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gerald n'était pas certain d'aimer le chanteur mais a décidé de réserver son jugement jusqu'à la fin de la chanson.

επιφυλάσσω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Personne ne sait ce que demain nous réserve.

εγκαθίσταμαι

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

βάζω στην άκρη

(Culinaire) (κυριολεκτικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Réservez le gâteau pendant que vous faites le glaçage.
Βάλε την τούρτα στην άκρη για να φτιάξουμε την επικάλυψη.

παραγγέλνω εκ των προτέρων, ζητώ εκ των προτέρων

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

προορίζω κτ για συγκεκριμένο σκοπό

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le comité a-t-il des fonds qu'il n'a pas encore affecté (or: assigné) ?

κάνω κράτηση

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
L'agence a réservé pour les vacances de la famille Smith.

φυλάω, κρατάω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Η οικογένεια κράτησε το ένα υπνοδωμάτιο για να το χρησιμοποιεί για τους επισκέπτες.

αναστέλλω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Veuillez réserver votre jugement jusqu'à ce que tous les faits soient connus.

τσακώνω, γραπώνω

(μεταφορικά, καθομ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

φυλάω την παρθενιά μου, κρατάω την παρθενιά μου

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

διατηρώ

verbe pronominal (επίσημο: δικαίωμα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Sophie s'est réservé le droit de mettre fin à son contrat si elle n'aimait pas son travail.

εκ των προτέρων κράτηση, κράτηση εκ των προτέρων

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

κάνω διπλοκράτηση

locution verbale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κάνω κράτηση, κλείνω

(πλήρως)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il n'y avait plus de chambre à l'hôtel : tout était complet pendant l'été.

επιφυλάσσω

(κτ σε κπ, κτ για κπ)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Voyons ce que l'année prochaine nous réserve.
Ας περιμένουμε να δούμε τι μας επιφυλάσσουν τα επόμενα χρόνια.

προορίζω κτ για κπ/κτ

Nous avons réservé les chaises dans le coin pour la cérémonie de demain.

κλείνω ραντεβού

(dans un hôtel) (σε κάποιον, για κάποιον)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Je vous ai réservé une chambre au Carlton pour le 6 et 7 janvier.

αφιερωμένος

(σε δραστηριότητα)

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
Mes soirées sont consacrées à l'étude du piano.
Τα βράδια μου είναι αφιερωμένα στην εξάσκηση πιάνου.

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του réserver στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του réserver

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.