Τι σημαίνει το provided στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης provided στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του provided στο Αγγλικά.

Η λέξη provided στο Αγγλικά σημαίνει δοθείς, υπό την προϋπόθεση, με την προϋπόθεση, παρέχω, παρέχω, παρέχω, προβλέπω, υπό τον όρο ότι, υπό την προϋπόθεση ότι, εφ' όσον. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης provided

δοθείς

adjective (given)

(μετοχή ενεστώτα: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. υπογράφων, υπογράφουσα, υπογράφον κλπ.)
Do the best you can with the materials provided.
Κάνε το καλύτερο που μπορείς με τα υλικά που σου έχουν δώσει.

υπό την προϋπόθεση, με την προϋπόθεση

conjunction (on condition that)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
I will come to visit you tomorrow, provided it doesn't rain.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Θα σου δανείσω το αυτοκίνητό μου, υπό τον όρο (or: την προϋπόθεση) να μην του κάνεις ούτε γρατζουνιά.

παρέχω

transitive verb (furnish, supply)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I'll provide the tent if you provide the food.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Εφοδιάζω το σπίτι με τρόφιμα μία φορά την εβδομάδα.

παρέχω

transitive verb (give, yield)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
One cow provides enough milk for a family.
Μία αγελάδα δίνει αρκετό γάλα για μια οικογένεια.

παρέχω

transitive verb (make available)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Will you provide transport to and from the party?
Παρέχετε μέσο μεταφοράς προς και από το πάρτι;

προβλέπω

transitive verb (law: stipulate)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The contract provides that the landlord pay for upkeep.

υπό τον όρο ότι, υπό την προϋπόθεση ότι, εφ' όσον

conjunction (as long as)

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
The product may be replaced free of charge, provided always that the purchaser has complied with the terms of use.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του provided στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του provided

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.