Τι σημαίνει το entonces στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης entonces στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του entonces στο ισπανικά.
Η λέξη entonces στο ισπανικά σημαίνει τότε, τότε, λοιπόν, τότε, στη συνέχεια, στη συνέχεια, εν συνεχεία, τότε, τότε, τότε, εκείνο τον καιρό, Τότε λοιπόν, ως τότε, εκείνη τη χρονική περίοδο, εκείνη την περίοδο, εκείνη την χρονική στιγμή, τότε, από εκείνη την στιγμή και μετά, μέχρι τότε, ως τότε, έως τότε, μέχρι εκείνη τη στιγμή, μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή, μέχρι εκείνη την στιγμή, ως εκείνη την ώρα, ακόμα και τότε, ακόμα και σε εκείνη την περίπτωση, ακόμα και στην περίπτωση που, ακριβώς εκείνη την στιγμή, έκτοτε, από τότε, εκείνη την ώρα, εκείνη την στιγμή, εκείνη τη στιγμή, έκτοτε, μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή, μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή, μέχρι τότε, από τότε, λοιπόν. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης entonces
τότε
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Si te comes toda tu comida, entonces tendrás pastel como premio. Αν φας όλο το φαγητό σου, τότε μπορείς να φας γλυκό σαν ανταμοιβή. |
τότεadverbio (άκλιτο επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.κυριλέ ντύσιμο, γκρι μαλλιά κλπ, και δεν αλλάζει ανάλογα με το γένος. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Cuando lo conocí, el entonces muchacho de 17 años era la estrella del equipo de baloncesto de la escuela. Όταν τον γνώρισα, ο τότε δεκαεπτάχρονος ήταν το αστέρι της ομάδας μπάσκετ του σχολείου του. |
λοιπόνadverbio (σύνδεσμος: Συνδέει λέξεις ή προτάσεις μεταξύ τους, π.χ. και, ή, ότι, ενώ κλπ.) Entonces, Alicia, ¿Por qué viniste a Edimburgo? |
τότεconjunción (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) ¿Te quedas en casa esta noche? Entonces yo me quedaré también. |
στη συνέχειαadverbio (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Damas y caballeros, ya hemos terminado la cena; entonces seguimos con el próximo ítem en la agenda. Το δείπνο τελείωσε κυρίες και κύριοι, και προχωράμε στο επόμενο θέμα στην ατζέντα. |
στη συνέχεια, εν συνεχείαadverbio (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Revisará los hechos y entonces decidirá qué hacer. Θα επανεξετάσει τα γεγονότα και εν συνεχεία θα αποφασίσει τι να κάνει. |
τότεadverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Entonces, la mayoría de las personas no tenían ni siquiera teléfonos móviles. Τότε οι περισσότεροι δεν είχαν καν κινητά τηλέφωνα. |
τότε
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Entonces, el presidente dio por finalizada la reunión. Τότε, ο πρόεδρος έληξε την συνάντηση. |
τότε, εκείνο τον καιρό
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) En aquellos tiempos tenía el pelo más largo y era muchísimo más delgado. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Τότε (or: Εκείνο τον καιρό) είχα πιο μακριά μαλλιά και ήμουν πιο αδύνατη. Έπαιζα ράγκμπι εκείνο τον καιρό. |
Τότε λοιπόνinterjección (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ως τότε
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
εκείνη τη χρονική περίοδο
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Yo nací en 1999. Por aquella época mi padre era un capitán; ahora es un comandante. Γεννήθηκα το 1999. Εκείνη τη χρονική περίοδο ο πατέρας μου ήταν λοχαγός, αλλά τώρα είναι ταγματάρχης. |
εκείνη την περίοδο, εκείνη την χρονική στιγμή, τότε
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) En ese momento, no entendí totalmente lo que ella quería decir, pero lo comprendí más tarde. Τότε δεν καταλάβαινα πλήρως τι εννοούσε, αλλά μπήκα στο νόημα αργότερα. |
από εκείνη την στιγμή και μετάlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Billy estaba tan agradecido por la ayuda de Jeni que desde entonces se convirtieron en mejores amigos. Ο Μπιλ ήταν τόσο ευγνώμων για τη βοήθεια της Τζένι, που από εκείνη την στιγμή και μετά έγιναν καλύτεροι φίλοι. |
μέχρι τότε, ως τότε, έως τότε, μέχρι εκείνη τη στιγμήlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Γνώρισα τη σύζυγό μου τον περασμένο Μάιο. Μέχρι τότε δεν είχα ξαναερωτευθεί. |
μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμή
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Se casó a los 40. Hasta ese momento siempre vivió solo. Παντρεύτηκε όταν ήταν 40 ετών. Μέχρι τότε έμενε πάντα μόνος του. |
μέχρι εκείνη την στιγμή, ως εκείνη την ώραlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Para entonces ya será demasiado tarde. Τότε θα είναι πολύ αργά. Το πάρτι αρχίζει στις 7.00; Εντάξει, ως εκείνη την ώρα θα είμαι έτοιμος. |
ακόμα και τότε, ακόμα και σε εκείνη την περίπτωση, ακόμα και στην περίπτωση πουlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Tenía solo cinco años, pero ya entonces sabía que la guerra era algo terrible. |
ακριβώς εκείνη την στιγμήadverbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Me estaba duchando y justo entonces llamaron a la puerta. |
έκτοτε, από τότεlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Su vida cambió desde entonces; ahora se dedica a la lectura y la pintura. |
εκείνη την ώρα, εκείνη την στιγμήlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
εκείνη τη στιγμή(μόνο χρόνος) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
έκτοτεlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Tuvimos una gran riña. No la he llamado desde entonces. Τσακωθήκαμε άσχημα. Από τότε δεν της έχω τηλεφωνήσει ξανά. |
μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμήlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Empezará la escuela en otoño. Hasta entonces vivirá en casa. Θα αρχίσει να φοιτά στο πανεπιστήμιο το φθινόπωρο. Μέχρι τότε θα μένει σπίτι του. |
μέχρι τότε, ως τότε, μέχρι εκείνη την στιγμήlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Matrimonio con hijos (Married with Children) marcó un punto de inflexión, hasta ese entonces nadie se había atrevido a mostrar una familia tan "singular" como ésta en la TV americana. |
μέχρι τότεlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) ¿Dónde estarás dentro de 50 años? Para entonces yo seré un viejo. |
από τότεlocución adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Su esposa murió hace unos años, y él está deprimido desde entonces. Η γυναίκα πέθανε πριν από δύο χρόνια κι έκτοτε έχει πέσει σε κατάθλιψη. |
λοιπόν
¿Y bien? ¿Qué tienes que decir? Λοιπόν; Τι έχεις να πεις; |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του entonces στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του entonces
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.