Τι σημαίνει το sækja στο Ισλανδικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης sækja στο Ισλανδικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sækja στο Ισλανδικό.

Η λέξη sækja στο Ισλανδικό σημαίνει παρίσταμαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης sækja

παρίσταμαι

verb

Ūađ var ekki léttvægt ađ sækja kvöldverđarbođ hjá ūeim.
Το να παρίστασαι σε δείπνο με τον Βαν ντερ Λάιντενς δεν ήταν και μικρό πράγμα.

Δείτε περισσότερα παραδείγματα

12 Við varðveitum þess konar jákvætt mat á réttlátum meginreglum Jehóva ekki aðeins með því að nema Biblíuna heldur líka með því að sækja kristnar samkomur reglulega og taka sameiginlega þátt í hinni kristnu þjónustu.
12 Αυτό το είδος εκτίμησης για τις δίκαιες αρχές του Ιεχωβά δεν διατηρείται μόνο με τη μελέτη της Αγίας Γραφής, αλλά και με την τακτική συμμετοχή στις Χριστιανικές συναθροίσεις καθώς και με το να ενασχολούνται μαζί οι σύζυγοι στη Χριστιανική διακονία.
Enda þótt við þekkjum sannleikann, hvernig getur það verndað okkur að nema reglulega, hugleiða sannindi Biblíunnar og sækja samkomur?
Μολονότι μπορεί να γνωρίζουμε την αλήθεια, πώς μας προστατεύει η τακτική μελέτη, ο στοχασμός γύρω από τις Βιβλικές αλήθειες και η παρακολούθηση των συναθροίσεων;
Brautryðjandinn fylgdi ráðunum og sex mánuðum síðar var honum boðið að sækja Gíleaðskólann.
Ο σκαπανέας εφάρμοσε τη συμβουλή και έξι μήνες αργότερα έλαβε την πρόσκληση να παρακολουθήσει τη Σχολή Γαλαάδ.
(Matteus 24:13, 14; 28:19, 20) Við þurfum úthald til að halda áfram að sækja safnaðarsamkomur þrátt fyrir margs konar álag frá heiminum.
(Ματθαίος 24:13, 14· 28:19, 20) Χρειαζόμαστε υπομονή για να συνεχίσουμε να συναθροιζόμαστε με τους αδελφούς μας, παρότι ίσως νιώθουμε το βάρος των πιέσεων που ασκεί ο κόσμος.
En til að hafa sem mest gagn af skólanum þarftu að láta innrita þig, sækja hann, taka þátt í honum að staðaldri og leggja þig fram við verkefnin.
Για να αποκομίσετε όμως το μεγαλύτερο όφελος από τη σχολή, χρειάζεται να εγγραφείτε, να την παρακολουθείτε, να συμμετέχετε τακτικά και να εκπληρώνετε τους διορισμούς σας με όλη σας την καρδιά.
Þeir héldu að lík myndu rísa og sækja hjörtu úr gullkrukkum.
Πίστευαν ότι τα πτώματα θα αναστηθούν, ανακαλώντας τις ψυχές από χρυσά δοχεία.
Hvað þýddi það fyrir marga Ísraelsmenn að sækja hinar árlegu hátíðir?
Τι περιλάμβανε για πολλούς Ισραηλίτες η προσέλευση στις ετήσιες γιορτές;
Ef Turley sagði svo skulum við sækja hann
Αφού το είπε ο Τέρλεϊ, να τον συλλάβουμε
Hann sagði mér að einn af bræðrunum á skrifstofu hans ætti að sækja eins mánaðar námskeið við Ríkisþjónustuskólann og fara síðan til starfa á þjónustudeildinni.
Ο αδελφός Νορ εξήγησε ότι ένας από τους αδελφούς που εργαζόταν στο γραφείο του επρόκειτο να παρακολουθήσει τη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας για έναν μήνα και έπειτα θα εργαζόταν στο Τμήμα Υπηρεσίας.
Ég skal sækja hana og laga allt saman.
Θα τη φέρω και θα διoρθωθoύv όλα.
Hann lagði því á sig það sem þurfti til að sækja samkomur. — Hebreabréfið 10:24, 25.
Ως εκ τούτου, κατέβαλλε την απαιτούμενη προσπάθεια για να είναι παρών.—Εβραίους 10:24, 25.
Margir munu ferðast þangað langan veg til að sækja hinar árlegu hátíðir.
Πολλοί από αυτούς θα ταξιδεύουν από μακριά για να παρακολουθούν εκεί τις ετήσιες γιορτές.
21 Meirihluti þeirra sem sækja minningarhátíðina í fyrsta sinn eru boðsgestir.
21 Η πλειονότητα των καινούριων ατόμων που παρακολουθούν την Ανάμνηση το κάνουν αυτό ως αποτέλεσμα της προσωπικής πρόσκλησης που δέχτηκαν από κάποιον από εμάς.
Húsbóndinn bað mig að sækja dálítið á rannsóknastofuna
Ο κύριος μού ζήτησε να του φέρω κάτι απ ́το εργαστήριο
Neikvæðar hugsanir sækja á mig af og til en núna veit ég hvernig á að bregðast við þeim.“
Οι αρνητικές σκέψεις επιστρέφουν κατά καιρούς, αλλά τώρα ξέρω πώς να τις χειρίζομαι».
Ég var bara ađ sækja teiđ fyrir lækninn.
Έφερα στον γιατρό το τσάι του, κύριε.
(Lúkas 4:16; Postulasagan 15:21) Börn og unglingar eru hvött til að líkja eftir dæmi hans og lesa daglega í orði Guðs og sækja að staðaldri samkomur þar sem það er lesið og numið.
(Λουκάς 4:16· Πράξεις 15:21) Τα νεαρά άτομα σήμερα είναι καλό να ακολουθούν το παράδειγμα του Ιησού διαβάζοντας το Λόγο του Θεού καθημερινά και παρακολουθώντας τακτικά τις συναθροίσεις όπου γίνεται ανάγνωση και μελέτη της Γραφής.
Hann fór að sækja samkomurnar með mér.
Άρχισε κι αυτός να παρακολουθεί τις συναθροίσεις.
Viku síðar var okkur boðið að sækja Gíleaðskólann.
Μια εβδομάδα αργότερα, προσκληθήκαμε στη Σχολή Γαλαάδ.
(Hebreabréfið 10: 24, 25) Að sækja samkomur án þess að fylgjast með er sambærilegt við að mála yfir ryðbletti.
(Εβραίους 10:24, 25) Η παθητική παρακολούθηση των συναθροίσεων θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το βάψιμο ενός σκουριασμένου σημείου.
Viđ erum bara ađ sækja rusliđ.
Ήρθαμε να πάρουμε τα σκουπίδια.
Þegar ég var búinn að ná mér hvatti Dolores mig til að sækja samkomur hjá vottum Jehóva í ríkissal þeirra.
Όταν ανέρρωσα, η Ντολόρες με παρότρυνε να πηγαίνω στις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αίθουσα Βασιλείας τους.
Dag einn klifraði ég upp á hæð, kraup á kné í bæn og sagði: „Þegar stríðið er á enda lofa ég að sækja kirkju á hverjum sunnudegi.“
Μια μέρα ανέβηκα σε έναν ψηλό λόφο, γονάτισα και προσευχήθηκα: «Όταν τελειώσει ο πόλεμος, υπόσχομαι να πηγαίνω στην εκκλησία κάθε Κυριακή».
Árið 1978 fórum við í fyrsta skipti út fyrir landsteinana til að sækja alþjóðamót í Port Moresby á Papúa Nýju-Gíneu.
Το 1978 πήγαμε για πρώτη φορά στο εξωτερικό ώστε να παρακολουθήσουμε μια διεθνή συνέλευση στο Πορτ Μόρεσμπι, στην Παπούα-Νέα Γουινέα.
Þeir eru ,gyrtir sannleika um lendar sér‘ af því að þeir sækja styrk og kraft í orð Guðs til að ljúka verkinu sem þeim er falið.
Έχουν “την οσφύ τους περιζωσμένη με αλήθεια”, με την έννοια ότι αφήνουν το Λόγο του Θεού να τους ενισχύει μέχρις ότου ολοκληρωθεί το έργο που τους έχει ανατεθεί.

Ας μάθουμε Ισλανδικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sækja στο Ισλανδικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ισλανδικό.

Γνωρίζετε για το Ισλανδικό

Τα ισλανδικά είναι μια γερμανική γλώσσα και η επίσημη γλώσσα της Ισλανδίας. Είναι μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, που ανήκει στον βορειο-γερμανικό κλάδο της ομάδας των γερμανικών γλωσσών. Η πλειοψηφία των ισλανδόφωνων ζει στην Ισλανδία, περίπου 320.000. Περισσότεροι από 8.000 φυσικοί ομιλητές της Ισλανδίας ζουν στη Δανία. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από περίπου 5.000 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες και από περισσότερα από 1.400 άτομα στον Καναδά. Αν και το 97% του πληθυσμού της Ισλανδίας θεωρεί τα ισλανδικά ως μητρική του γλώσσα, ο αριθμός των ομιλητών μειώνεται σε κοινότητες εκτός Ισλανδίας, ιδιαίτερα στον Καναδά.